«Το κυριότερο, όμως, είναι ότι ο φόρος στα καύσιμα είναι ένας αντιστρόφως προοδευτικός φόρος, η μείωση του θα ήταν ένας αντίστροφος φόρος δηλαδή τα πιο φτωχά νοικοκυριά τα καύσιμα τα χρησιμοποιούν πολύ πιο λίγο γιατί δεν έχουν αυτοκίνητο, ο βαρύς φόρος στα καύσιμα είναι στη βενζίνη, αυτοί δε που έχουν δύο ή τρία αυτοκίνητα που δεν τους λες και τους φτωχούς της κοινωνίας θα ωφεληθούν περισσότερο, οπότε να κάνουμε μια μείωση φόρου που θα ωφελεί κατά κύριο λόγο τους πιο πλούσιους και θα αφήνει απροστάτευτους τους πιο φτωχότερους φαίνεται παράλογο ιδίως όταν έχουμε κάνει διπλασιασμό του επιδόματος θέρμανσης ” είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων.
Τι συνέβη; Ήταν η λανθάνουσα γλώσσα ή η έλλειψη αντίληψης για το τι συμβαίνει στον κόσμο που οδήγησε τον υπουργό να δώσει αυτή την απάντηση; Ακόμα και αν απομονώθηκε ένα σημείο του λόγου του και βγήκε εκτός πλαισίου, πάλι δεν δικαιολογείται αυτή η «πατάτα» που αποτελεί δείγμα πλήρους απουσίας λογικής και ενσυναίσθησης στο δημόσιο λόγο.
Κι αυτό γιατί το θέμα δεν είναι ποιος ξοδεύει λίγα ή πολλά σε απόλυτους αριθμούς, αλλά τι του αναλογεί σε σχέση με το εισόδημά του. Επιπλέον, για πάρα πολλούς το «παπάκι» τους ή το αυτοκινητάκι τους αποτελεί μέσο εργασίας.
Αυτές οι συζητήσεις θυμίζουν πάντοτε τον περαστικό που ερωτηθείς από τον δημοσιογράφο για την τιμή της βενζίνης απάντησε «ποια ακρίβεια; 20 ευρώ έβαζα και πριν, 20 βάζω και τώρα».