Η διαφορά της στείρας από τη γόνιμη κριτική βρίσκεται στη λέξη προτάσεις. Καλώς διαφωνούν όσοι διαφωνούν με επιλογές πολιτικών και κατευθύνσεις. Έχουν κάθε δικαίωμα. Όταν, όμως, αυτοί που διαφωνούν έχουν κάποιο θεσμικό ρόλο, καλό είναι να συνοδεύουν την κριτική τους με προτάσεις και σχετική επιχειρηματολογία.
Αυτές θα βοηθήσουν πραγματικά στη βελτίωση και θα τους διαφοροποιήσουν από όλους τους υπόλοιπους επίδοξους “πρωθυπουργούς/υπουργούς/περιφερειάρχες/δημάρχους του καναπέ”. Τα υπόλοιπα είναι “να ‘χαμε να λέγαμε”.
Γέμισαν τα μέσα ενημέρωσης απο ανέξοδες και αδιέξοδες κριτικές. Απο τα σχόλια αφελών ή και πληρωμένων, που ευρισκόμενοι “έξω απο το χορό”, έχουν πολλά τραγούδια να πουν για την πλάκα τους ή και εξυπηρετώντας ίδια ή άλλα συμφέροντα.
Η εποχή δίνει πολύ χώρο και όπλα στην κριτική και καθόλου περιθώριο στην ουσία. Γι’ αυτό και ότι υπάρχει σε πρόταση και επιχείρημα είναι σημαντικό να ακούγεται καθαρά και ξάστερα. Ας το δούμε κι ως ένα συλλογικό brainstorming που μπορεί να κατεβάσει πολύτιμες ιδέες..
Τους υπόλοιπους, που κρίνουν επί παντός επιστητού άνευ προτάσεων, θα τους δικαιολογήσουμε, θεωρώντας ότι εκτονώνονται σε ένα ομαδικό group therapy, το οποίο, αν είναι να τους σώσει απο την ψυχασθένεια, τότε χαλάλι.