Γράφει ο Παύλος Ταγτεβερενίδης*
Εύλογη ανησυχία έχει προκαλέσει στους απανταχού φιλολόγους (διορισμένους, αδιόριστους, συνδέσμους φιλολόγων, συλλόγους αναπληρωτών κ.λπ.) η πρόταση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής προς το Υπουργείο Παιδείας να μειώσει κατά μία ώρα τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών της πρώτης λυκειακής τάξης, ώστε να εξοικονομηθεί ο κατάλληλος χώρος και χρόνος για το νεοεισερχόμενο μάθημα της Οικονομίας. Τα επιχειρήματα ημών των χιλιάδων φιλολόγων ακούγονται λογικά: υποστηρίζουμε ότι κλονίζεται ο θεμελιώδης άξονας του μορφωτικού και πολιτισμικού μας προσανατολισμού και ότι υποβαθμίζονται οι ανθρωπιστικές σπουδές, καθώς αδικείται κατάφωρα ένα μάθημα που όχι μόνο δεν είναι δευτερεύον, αλλά αποτελεί τον βασικό και αξιακό κορμό γνώσης, διαμόρφωσης σκεπτόμενων πολιτών και προαγωγής της δημοκρατικής συνείδησης (όλες οι φράσεις έχουν αντληθεί από επίσημες γραπτές διαμαρτυρίες).
Ας μιλήσουμε, όμως, (πιο) ειλικρινά: είναι άραγε τόσο επικίνδυνη η μείωση μίας ώρας διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών σε μια συγκεκριμένη τάξη; Αν το Υπουργείο απορρίψει την πρόταση του Ι.Ε.Π. και αν, επιπλέον, αυξήσει σε έξι ώρες τη διδασκαλία του εν λόγω μαθήματος και επαναφέρει στις τρεις ώρες και τη διδασκαλία των αρχαίων στην τρίτη γυμνασίου, όλα τα προβλήματα θα λύνονταν διά μαγείας; Μήπως το προς διερεύνηση θέμα δεν είναι οι ώρες διδασκαλίας ενός (οποιουδήποτε) μαθήματος, αλλά ο τρόπος διδασκαλίας του, οι τεχνικές, οι στοχεύσεις και η αποτελεσματικότητα με την απήχηση που έχει;
Αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί είναι η μη ουσιαστική εκμάθηση των αρχαίων ελληνικών από τη συντριπτική -φοβάμαι- πλειονότητα του μαθητικού σώματος· η ελλιπέστατη πρόσκτηση αληθινών γνώσεων για τα μηνύματα, τις αρχές και τη νοοτροπία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού· ο μη ελκυστικός τρόπος διδασκαλίας αυτού του υπέροχου μαθήματος σε σημείο που ακόμη και οι μαθητές και μαθήτριες που επιλέγουν ανθρωπιστικό προσανατολισμό το κάνουν όχι από γνήσια αγάπη για τις ανθρωπιστικές σπουδές, αλλά από ανάγκη ή στην καλύτερη των περιπτώσεων με …αυστηρή ουδετερότητα ή και απάθεια.
Προσωπικά θλίβομαι, όταν συνειδητοποιώ ότι τα παιδιά που διδάσκονται αρχαία ελληνικά από την πρώτη γυμνασιακή έως τη δεύτερη λυκειακή τάξη είτε από πρωτότυπο κείμενο είτε από μετάφραση και σε ποικίλα είδη (ιστοριογραφία, τραγωδίες, επική ποίηση και πολλά άλλα) για πάνω από 700 διδακτικές ώρες στη μαθητική τους ζωή, στο τέλος νιώθουν αποκαμωμένα από τον βομβαρδισμό γραμματικοσυντακτικών γνώσεων, αγνοούν την ουσία των σπουδαίων κειμένων που διδάσκονται, δε γνωρίζουν παρά ελάχιστα για μορφές όπως ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, δεν έχουν ξεκαθαρίσει στο μυαλό τους βασικότατα ειδολογικά στοιχεία και το πιο αποκαρδιωτικό, δεν έχουν αναπτύξει θετική στάση και διάθεση με το μάθημα και με ό,τι εκείνο σηματοδοτεί.
Ωραίος -τρόπος του λέγειν- ο διαπιστωτικός λόγος, αλλά επί του πρακτέου τι οφείλουμε να κάνουμε όλοι, πολιτεία, σχολεία κι εκπαιδευτικοί; Προφανώς, υπάρχουν πολλοί και πολύ πιο αρμόδιοι από τον γράφοντα, αλλά βάσει της καθημερινής εκπαιδευτικής εμπειρίας υπάρχουν μέτρα ρεαλιστικά κι εφικτά στην εφαρμογή τους: ας τονώσουμε το αυθεντικό ενδιαφέρον των παιδιών μέσα από τη γλωσσολογική, ετυμολογική και νοηματική διασύνδεση της νέας με την αρχαία ελληνική, ώστε οι μαθητές και μαθήτριες να μην αναρωτιούνται «γιατί μαθαίνουμε αρχαία; Θα συναντήσουμε κάποιον αρχαίο να του μιλήσουμε;»· ας υπάρξει ένας πιο φιλικός προς τον μαθητή σχεδιασμός, που θα αποφεύγει το βαρύ περιεχόμενο διδασκαλίας, όπως π.χ. συμβαίνει τώρα στη Β’ λυκείου που διδάσκεται μία ολόκληρη τραγωδία και ο θρυλικός Επιτάφιος του Περικλή μαζί στο ίδιο βιβλίο μέσα στην ίδια σχολική χρονιά· ας συνδέσουμε τα αναχρονιστικά -στα μαθητικά μάτια- αρχαία ελληνικά με τις τέχνες, με το θέατρο, με τα εικαστικά και με τα πάμπολλά ψηφιακά μέσα που έχουμε πλέον στη διάθεσή μας διδάσκοντας ενδεχομένως δύο λιγότερες ενότητες από το εκάστοτε σχολικό εγχειρίδιο· ας έχουμε πάντα στο μυαλό ότι επιδιώκουμε να απολαμβάνουν οι μαθητές και οι μαθήτριές μας τα κείμενα, τα μηνύματα και τις διαχρονικές αλήθειες τους και όχι να τους κάνουμε μικρούς και πρόωρους φιλολόγους, που φυσικά ούτε αυτό πετυχαίνουμε στο τέλος· και ας τολμήσουμε να αφαιρέσουμε τα αρχαία από πρωτότυπο στις τρεις γυμνασιακές τάξεις, μπορούμε να το επιβεβαιώσουμε εμείς οι μεγαλύτεροι ότι και στο λύκειο να αρχίσουμε προλαβαίνουμε μια χαρά να διδαχθούμε, να κατανοήσουμε και να μυηθούμε.
«Μικρόν κακόν, μέγα αγαθόν» λέει μια αρχαιοελληνική παροιμία: η σπουδή που μας έχει πιάσει για τη μία λιγότερη ώρα διδασκαλίας των αρχαίων στην πρώτη λυκείου (αν φυσικά αποφασιστεί, καθώς ακόμα είναι πρόταση και όχι πραγματικότητα) μακάρι να γίνει η αιτία για μια πιο ουσιαστική και αναγκαία διαπραγμάτευση!
*Παύλος Ταγτεβερενίδης, Διευθυντής Μουσικού Σχολείου Πτολεμαΐδας «Νικόλαος Δούμπας»