Μια από τις σοβαρότερες επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού ήταν η επιδημία της παραπληροφόρησης, το λεγόμενο infodemic, καθώς ενίσχυσε περαιτέρω την καχυποψία και την αμφισβήτηση των βασικών κατακτήσεων της επιστήμης από μια ολοένα και μεγαλύτερη ομάδα του πληθυσμού, ακόμα και από μέρος του επιστημονικού κόσμου.
Η υπερπληθώρα πληροφοριών μαζί με την δυσκολία κατανόησης από το μη ειδικό κοινό των επιστημονικών δεδομένων, ταυτόχρονα με τις ατυχείς ή και παραπλανητικές δηλώσεις ειδικών και μη, δημιούργησαν ένα νεφελώδες τοπίο.
Όλο και πιο συχνά πλέον αμφισβητείται η επιστημονική συναίνεση που εκφράζει τη συλλογική θέση των επιστημόνων πάνω σε μια συγκεκριμένη προβληματική, όπως η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, η σχετικότητα, ή η κλιματική αλλαγή.
Γιατί συνέβη αυτό; Γιατί τα μέσα ενημέρωσης, και κυρίως τα social media, άνοιξαν το δρόμο στην έκφραση απόψεων -πολύ συχνά περιθωριακών- με μόνο κριτήριο ότι μπορούν να «πουλήσουν». Μέχρι να συμβεί αυτό η διαμόρφωση της ημερήσιας θεματολογίας ήταν αποκλειστικά στα χέρια των επαγγελματιών των μέσων και λειτουργούσε ως «κόφτης» στη διάχυση αντιεπιστημονικών θέσεων.
Σταδιακά το ύφασμα ξηλώθηκε, η εμπιστοσύνη στους θεσμούς μειώθηκε δραματικά και φτάσαμε σε μια διαρκή αμφισβήτηση της επιστημονικής κρίσης στο όνομα ότι «εμείς ξέρουμε καλύτερα». Η υπόθεση Καλλιάνου, την τελευταία εβδομάδα, είναι ακόμα ένα δείγμα αυτής της τάσης. Άραγε ως πολίτες ποιον μπορούμε να εμπιστευθούμε; Κι αν κάθε φορά που αμφισβητούμε την ιατρική κρίση, διεκδικούμε πολιτική παρέμβαση, αυτό που θα οδηγήσει. Και κατ’ επέκταση το ίδιο θα συμβεί και για τη νομική κρίση και κάθε επιστημονική κρίση; Τότε σίγουρα θα βρεθούμε σε μεγάλη κρίση.