Η εικόνα που εκπέμπει η εξεταστική επιτροπή της Βουλής για το θέμα των ενισχύσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι άλλοτε κωμική, αλλά κυρίως τραγική. Τραγική όχι μόνο για όσα αποκαλύπτονται, αλλά και για όσα παραμένουν ακόμη στη σκιά.
Η εξέταση του επονομαζόμενου «Φραπέ», του Γιώργου Ξυλούρη, προκάλεσε πλήθος σχολίων και μεγάλο κύμα οργής. Οργής για το γεγονός ότι ένας μάρτυρας, ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο μιας τόσο σοβαρής υπόθεσης, επικαλούμενος το δικαίωμα της σιωπής, δεν μπόρεσε να δώσει καμία πειστική απάντηση για όσα του έχουν αποδοθεί.
Ο τρόπος με τον οποίο απευθυνόταν στους βουλευτές που τον ρωτούσαν, δηλαδή με απαξίωση, ειρωνεία και ύφος που παρέπεμπε σε ρόλο άλλου τύπου «εξουσίας», ήταν τουλάχιστον απαράδεκτος.
Όμως ο «Φραπές» δεν είναι η ουσία. Είναι το σύμπτωμα. Η υπόθεση λειτουργεί ως καθρέφτης μιας πολύ βαθύτερης παθογένειας. Και αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα. Υπάρχουν ευθύνες πολιτικές, θεσμικές, λειτουργικές. Και καμία εξεταστική επιτροπή δεν θα μπορέσει να αποκαταστήσει την αξιοπιστία του συστήματος αν το ζήτημα περιοριστεί στην «εύκολη» προσωποποίηση της υπόθεσης στον «Φραπέ». Μακάρι να ήταν ο μοναδικός ένοχος, ώστε να πούμε ότι αν αποδοθούν ευθύνες σε αυτόν, το πρόβλημα λύθηκε. Όμως δεν είναι. Και η ίδια η κατάθεσή του, όσο προβληματική κι αν ήταν, κατέδειξε ακριβώς αυτό: ότι πίσω από έναν άνθρωπο υπάρχει μια ολόκληρη δομή που λειτουργούσε με τρόπο που ξεπερνά κατά πολύ τη μεμονωμένη παραβατικότητα.









