Ο τρόπος που μια κυβέρνηση και μια κοινωνία συζητούν για τη δημόσια υγεία είναι ενδεικτικός της σημασίας που δίνουν στα μείζονα ζητήματα. Αντί, λοιπόν, στη χώρα μας η συζήτηση αυτή να γίνεται με όρους σοβαρότητας, άρα να περιλαμβάνει ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία, μελέτες και έρευνες που βοηθούν στο να τεθούν τα θέματα στη σωστή τους βάση, γίνεται με όρους (όπως πάντα) καφενείου. Και μάλιστα με μεγάλο μέρος της ευθύνης να πέφτει στον επικεφαλής από πλευράς κυβέρνησης, τον υπουργό Υγείας.
Τα θέματα της υγείας, που μας αφορούν όλους (όλοι νομοτελειακά έχουμε βρεθεί ή θα βρεθούμε σε ανάγκη των υπηρεσιών αυτών), δεν μπορεί να βαφτίζονται θέματα ακτιβιστών του ΚΚΕ, ούτε να κατηγορούνται οι νοσοκομειακοί γιατροί ως “γκρινιάρηδες”, γιατί τα θέτουν στην ατζέντα.
Είναι θέματα, για τα οποία ως πολίτες οφείλουμε να αντιδράσουμε και να σταθούμε στο πλευρό των λειτουργών της δημόσιας υγείας, ζητώντας αυτό που μας ανήκει, κι αυτό που μας αξίζει.
Όποια άλλη πλαισίωση των θεμάτων αυτών ως “αριστερών” ή “δεξιών” είναι εκ του πονηρού, εξυπηρετεί μια συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα και γίνεται εις βάρος των συμφερόντων των πολιτών.