DUNE: Μεγαλεπήβολο όνειρο της ανθρωπότητας, του Ωριγένη Τσιώνα*

6 Min Read

Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας. Δεν τρέφω ιδιαίτερη συμπάθεια για τον Ντενί Βιλνέβ. Μην με παρεξηγείτε. Θεωρώ, όπως κι οι περισσότεροι, ότι είναι ένας εκπληκτικός σκηνοθέτης με μεγάλη γνώση του σινεμά και εξαιρετική επίγνωση του τί βάζει μπροστά από την οθόνη. Ξέρει να επιλέγει τα θέματά του, τις ταινίες του, τους ηθοποιούς του, και πολλές από τις ταινίες του μαρτυρούν το σινεμά κάποιου που έχει πρώτα απ’ όλα δεί σινεμά. Αλλά όσο καλές κι αν είναι οι ταινίες του Βιλνέβ, δεν είναι κάτι παραπάνω από καλές και άρτιες τεχνικά.

Το «Sicario: Ο Εκτελεστής» είναι μια ταινία για τους δρόμους των ναρκωτικών του Μεξικό, που παρόλο που είναι μια πολύ καλή απεικόνιση των διαδικασιών ανάμεσα σε ΗΠΑ και Λατινικής Αμερικής και πως αυτές συνήθως αδυνατούν να φέρουν τους μεγαλεμπόρους των ναρκωτικών στη δικαιοσύνη, δεν είναι κάτι το εκπληκτικό. Το ίδιο και το πολύ καλό «Άφιξη», με την Έιμι Άνταμς, που ακολουθεί μια ρεαλιστική επαφή με εξωγήινους στη Γή. Όσον αφορά το «Μπλέηντ Ράνερ 2049», είναι μια ταινία πολύ υπερεκτιμημένη, μια ταινία που υπό άλλες συνθήκες θα χαρακτήριζα ιδιαίτερα καλαίσθητη, αλλά έχει ένα ελάττωμα, και αυτό είναι το τί καμώνεται πώς είναι.

- Advertisement -

Το «2049» είναι η συνέχεια μιας ταινίας που δεν χρειάζεται συνέχεια, μιας ταινίας τόσο τεράστιας σε επιρροή, που έχει αλλάξει την διεύθυνση φωτογραφίας του αμερικανικού κινηματογράφου, έχει επιδράσει τρομερά πάνω στην δημιουργία ενός ρεύματος της λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, και έχει εμπλέξει το φίλμ νουάρ και την λογοτεχνία του Τσάντλερ και του Χάμμετ σε μελλοντολογικά μονοπάτια που δεν φαινόντουσαν πιθανά και λογικά πρίν βγεί στις αίθουσες το 1982.

Θεωρώ λοιπόν τον Βιλνέβ έναν υπερεκτιμημένο auteur, που δεν είναι άξιος ούτε να γυαλίσει τα παπούτσια του Ντέιβιντ Λύντς και του Αλεχάντρο Χοντορόφσκι, των δύο ίσως πιο σημαντικών σουρρεαλιστών σκηνοθετών και γενικότερα μορφών του κινηματογράφου από τη δεκαετία του ’70 και μετά, και οι δύο από τους οποίους καταπιάστηκαν με το «Dune». Ο πρώτος τα κατάφερε να το γυρίσει, με μεγάλη αρχική αποτυχία το 1984 λόγω σε μεγάλο βαθμό ανάμειξης του στούντιο, ενώ ο δεύτερος είχε τόσο μεγαλόπνοο σχέδιο για την ταινία στα μέσα της δεκαετίας του ’70, που κανένα στούντιο δεν τόλμησε να το γυρίσει. Ένα σπουδαίο ντοκυμαντέρ του 2013, το «Jodorowsky’s Dune» του Φράνκ Πάβιτς, εξιστορεί την προσπάθεια του Χοδορόφσκι να φέρει το «Dune» στη μεγάλη οθόνη, ανάγοντάς το τα τελευταία χρόνια πιθανόν για πολλούς στην «καλύτερη ταινία που δεν γυρίστηκε ποτέ».

Όλα αυτά δείχνουν από μόνα τους σιγά σιγά, πόσο φιλόδοξος είναι ο Βιλνέβ στις ταινίες του. Υπερεκτιμημένος. Μέχρι σήμερα. Γιατί πλέον, από τις 14 Οκτώβρη, κυκλοφορεί στα σινεμά όλης της χώρας το «Dune» του Ντενί Βιλνέβ, μια υπερπαραγωγή επιστημονικής φαντασίας που κάνει το απρόσμενο: κόντρα σε πολλά προγνωστικά, καταφέρνει να δείξει το μυθιστόρημα του Φράνκ Χέρμπερτ σε όλο του το μεγαλείο. Η πανέμορφη, άλλοτε προσιτή κι ευάλωτη, κι άλλοτε παγερή και σκληρή, φωτογραφία του Γκρέϊγκ Φρέιζερ προσδίδει μία αίσθηση στον θεατή ότι μπορεί, σχεδόν, να αγγίξει τους χαρακτήρες, παρόλο που βρίσκονται σε έναν κόσμο μακρινό, σε έναν πολιτισμό τεχνολογικά πολύ πιο ανεπτυγμένο. Η καλλιτεχνική διεύθυνση, τα σκηνικά, και τα κοστούμια εναρμονίζονται υπέροχα με τις περιγραφές και την αισθητική του βιβλίου, μεταφέροντάς μας σε έναν άλλο κόσμο, πολύ πιο προηγμένο σε τεχνολογίες, αλλά ακόμη φεουδαρχικό, μεσαιωνικά δομημένο.

Η μουσική του θρυλικού Χάνς Ζίμερ είναι πιθανόν η καλύτερή του εδώ και χρόνια, με πειραματισμούς που δεν θυμίζουν διόλου ταινία μπλοκμπάστερ, αλλά κυρίως μία ταινία κάποιου σουρεαλιστή σκηνοθέτη και κάποιου σουρεαλιστή μουσικού. Το κάστ είναι εξαίρετο, με τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Πώλ Ατρείδη, του νέου διαδόχου ενός οίκου που βρίσκεται σε έναν νέο κόσμο, να ενσαρκώνεται -πολύ καλύτερα απ’ ό,τι πολλοί, συμπεριλαμβανομένου του γράφοντος, περίμεναν- από τον νεαρό και ταλαντούχο Τιμοτέ Σαλαμέ, ενώ μεταξύ άλλων την ταινία ανυψώνουν οι Όσκαρ Άιζακ, ως ο πατέρας του Πώλ και Άρχοντας του Οίκου των Ατρειδών, Ρεμπέκα Φέρκιουσον, ως η μητέρα του Πώλ και μέλος της μυστικής αδελφότητας των Μπένε Τζέζεριτ που κινεί τα νήματα της αυτοκρατορίας από το σκοτάδι, Σαρλότ Ράμπλινγκ ως η Σεβάσμια Μητέρα Μοχάιαμ, αρχιέρεια της αδελφότητας, και Στέλαν Σκαρσγκάρντ ως ο συμβολικά αποκρουστικός Βαρόνος Χαρκόννεν.

Η πλοκή, συνοπτικά, έχει ως εξής: η οικογένεια του Πώλ επιλέγεται από τον αυτοκράτορα να διοικήσει τον πλάνήτη Αρράκις, μια απέραντη αφιλόξενη έρημο(εξ ού και το όνομα «Ντιούν», που σημαίνει «αμμόλοφος»), φροντίζοντας να εξάγει το «μελάνζ», την πιο σημαντική ουσία στο γνωστό σύμπαν. Ο εχθρικός και αιμοβόρος Οίκος των Χαρκόννεν όμως, έχει άλλα σχέδια. Παράλληλα, οι ιθαγενείς του Αρράκις, οι Φρέμεν, βλέπουν στο πρόσωπο του Πώλ τον μεσσία μιας παλιάς προφητείας. Είναι άραγε ο σωτήρας τους ή όχι; Και μπορούν μαζί να αλλάξουν το μέλλον του Ντιούν;

Μια ταινία για το μέλλον της ανθρωπότητας, ένα φίλμ με βαθύ οικολογικό περιεχόμενο, επίκαιρο με τα μηνύματα περί Τζιχάντ και Μέσης Ανατολής και οικολογικής ευσυνειδησίας, καθώς και απολυταρχικού αυταρχισμού των ισχυρών του κόσμου. Δεν ήθελα να παραδεχτώ ότι θα ήταν τόσο καλό. Αλλά είναι. Μπράβο, Ντενί Βιλνέβ, όχι πια υπερεκτιμημένος. Αριστούργημα. Δείτε το.

*Ο Ωριγένης Τσιώνας είναι σκηνοθέτης και σεναριογράφος

 

Μοιραστείτε την είδηση