Ένα από τα ταλέντα που ανέδειξαν τα σόσιαλ μίντια είναι κι αυτό του ποιητή/τριας, λογοτέχνη/ιδας. Ξέρετε, το γνωστό “ποιητής εκ του προχείρου, έχων τη μορφή του χοίρου”.
Τι δεν διαβάσαμε, λοιπόν, για τις στιγμές του καλοκαιριού που κλείνουν μέσα τους τα ζουμερά πεπόνια, τα μετρήματα με βουτιές και παγωτά και τόσα άλλα που θα μπορούσαν να έχουν ενδιαφέρον, αν δεν ήταν copy paste και δεν τα είχαμε διαβάσει τόσες και τόσες φορές.
Θαρρείς κι ο ερχομός του φετινού Σεπτέμβρη πάτησε το κουμπί της ποίησης και ξεχύθηκαν σε μεγάλες δόσεις γλυκανάλατα αναγνώσματα και νοσταλγικές ιστοριούλες. Κάπως έτσι άλλωστε δεν ξεκίνησε και η παρεξήγηση της Ψιμύθου;
Και θα μου πείτε, εσένα τι σε νοιάζει; Δεν με νοιάζει και καθόλου όταν περιορίζονται στον ιδιωτικό τοίχο, όπως δεν πείραζαν κανέναν την εποχή των ημερολογίων.
Είναι, όμως, που κάποιες φορές όλη αυτή η κατάσταση αποπροσανατολίζει σε σχέση με το τι σημαίνει πραγματικά γράψιμο, τι είναι η λογοτεχνία και τι μπορεί να προσφέρει σε όλους μας.
Έτσι, όποιος μπορεί στοιχειωδώς να γράψει τρεις-αράδες και να πληρώσει για να… εκδοθεί, εκδίδεται και αυτοαποκαλείται εν συνεχεία λογοτέχνης/ιδα, επειδή κάποιοι του παραφούσκωσαν τα μυαλά στο διαδίκτυο.