Η Δυτική Μακεδονία μέσα από τις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων- Η Ορεστίδα της Άνω Μακεδονίας, του Τσιρογιάννη Κ. Αθανάσιου / Αρχαιολόγου

21 Min Read

Το τοπωνύμιο Άνω Μακεδονία συναντάται για πρώτη φορά στον Ηρόδοτο και πιο συγκεκριμένα σε δύο χωρία. Στο πρώτο1 όπου αναφέρει την εισβολή του Ξέρξη στη κεντρική και νότια Ελλάδα μέσω Θεσσαλίας και στο δεύτερο2 όπου αφηγείται τις περιπέτειες του πρώτου βασιλιά των Μακεδόνων, Περδίκκα με τους αδελφούς του Γαυάνη και Αέροπο. Το ταξίδι τους από το Άργος στην Ιλλυρία, έπειτα στη “μυθική” πόλη Λεβαία της Δ. (Άνω) Μακεδονίας, μέχρι την ίδρυση του πρώτου Μακεδονικού βασιλικού οίκου στις Αιγές3 .

Αναμφίβολα αυτή η φράση – τοπωνυμικού χαρακτήρα – διαδέχεται παρατακτικά και κάποιον διαχωρισμό σε Άνω και Κάτω Μακεδονία. Στο σημείο αυτό, πρώτος ο Θουκυδίδης μας δίνει την εξήγηση που χρειαζόμαστε όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα. Σε κάποιο σημείο4 της αφήγησής του σχετικό με τον πελοποννησιακό πόλεμο και τη σύγκρουση Αθηναίων – Λακεδαιμονίων σε περιοχές της Β. Ελλάδας, αναφέρει: “ξυνηθροίζοντο ούν έν τη Δοβήρω καί παρε-σκευάζοντο, όπως κατά κορυφήν έσβαλοΰσιν ές τήν Κάτω Μακεδονίαν, ής ό Περδίκκας ήρχεν. των γάρ Μακεδόνων είσί καί Λυγκησταί καί Έλιμιώται καί άλλα έθνη έπάνωθεν, ά ξύμμαχα μέν έστι τούτοις καί ύπήκοα, βασιλείας δ’ έ’χει καθ’ αυτά. τήν δέ παρά θάλασσαν νΰν Μακεδονίαν Αλέξανδρος ό Περδίκκου πατήρ και οί πρόγονοι αύτοϋ, Τημενίδαι τό άρχαΐον όντες έξ ‘Άργους…” (μτφρ.: Ο στρατός συγκεντρωνόταν στην Δόβηρο κι ετοιμαζόταν να κατέβει από τα υψώματα στην κάτω Μακεδονία, όπου βασίλευε ο Περδίκκας. Υπάρχουν, στην άνω Μακεδονία, Λυγκησταί και Ελιμιώται κι άλλες φυλές που είναι υπήκοοι και σύμμαχοι των κάτω Μακεδόνων, αλλά έχουν η καθεμιά τον βασιλέα της. Την σημερινή παραλιακή Μακεδονία την κατέκτησαν κι έγιναν βασιλείς οι Τημενίδες, πρόγονοι του Αλεξάνδρου, πατέρα του Περδίκκα, που η αρχαία τους καταγωγή ήταν από το Άργος).

Στο ίδιο θέατρο επιχειρήσεων όπου συγκρούονταν οι Αθηναίοι εναντίον των Μακεδόνων του Περδίκκα, περιγράφει ο Θουκυδίδης ακόμα: “νομίσαντες δὲ οἱ στρατηγοὶ ἀδύνατα εἶναι πρός τε Περδίκκαν πολεμεῖν τῇ παρούσῃ δυνάμει καὶ τὰ ξυναφεστῶτα χωρία τρέπονται ἐπὶ τὴν Μακεδονίαν, ἐφ᾽ ὅπερ καὶ τὸ πρῶτον ἐξεπέμποντο, καὶ καταστάντες ἐπολέμουν μετὰ Φιλίππου καὶ τῶν Δέρδου ἀδελφῶν ἄνωθεν στρατιᾷ ἐσβεβληκότων5 ” (μτφρ.: Οι στρατηγοί έκριναν ότι με τις δυνάμεις που είχαν δεν μπορούσαν να χτυπήσουν και τον Περδίκκα και τις επαναστατημένες πολιτείες και στράφηκαν εναντίον της Μακεδονίας που ήταν και αρχικός τους στόχος. Αποβιβάστηκαν στην Μακεδονία και άρχισαν τον πόλεμο με την βοήθεια του Φιλίππου και των αδελφών του Δέρδα που είχαν κάνει εισβολή από τα βόρεια). Και σε άλλο6: “οἱ δὲ Μακεδόνες πεζῷ μὲν οὐδὲ διενοοῦντο ἀμύνεσθαι, ἵππους δὲ προσμεταπεμψάμενοι ἀπὸ τῶν ἄνω ξυμμάχων, ὅπῃ δοκοίη, ὀλίγοι πρὸς πολλοὺς ἐσέβαλλον ἐς τὸ στράτευμα τῶν Θρᾳκῶν. καὶ ᾗ μὲν προσπέσοιεν, οὐδεὶς ὑπέμενεν ἄνδρας ἱππέας τε ἀγαθοὺς καὶ τεθωρακισμένους, ὑπὸ δὲ πλήθους περικλῃόμενοι αὑτοὺς πολλαπλασίῳ τῷ ὁμίλῳ ἐς κίνδυνον καθίστασαν, ὥστε τέλος ἡσυχίαν ἦγον, οὐ νομίζοντες ἱκανοὶ εἶναι πρὸς τὸ πλέον κινδυνεύειν” (μτφρ.: Οι Μακεδόνες ούτε διανοήθηκαν ν᾽ αντισταθούν με το πεζικό, αλλά παράγγειλαν στους συμμάχους τους της άνω Μακεδονίας να τους στείλουν ενισχύσεις σε ιππικό και, όταν παρουσιαζόταν ευκαιρία, έκαναν επιθέσεις, λίγοι αυτοί, εναντίον πολλών, εισβάλλοντας στις τάξεις του θρακικού στρατού. Όταν οι άξιοι αυτοί καβαλάρηδες, προστατευμένοι με θώρακα, έκαναν επιθέσεις, κανείς δεν μπορούσε να τους αντισταθεί, αλλά κινδύνευαν να κυκλωθούν από εχθρό πολύ ανώτερο σε αριθμό και γι᾽ αυτό σταμάτησαν τις επιθέσεις τους, γιατί έβλεπαν ότι δεν μπορούσαν ν᾽ αναμετρηθούν με εχθρό τόσο πολυπληθέστερο απ᾽ αυτούς).

Στα παραπάνω χωρία του Θουκυδίδη όμως πέραν της διάκρισης σε Άνω και Κάτω Μακεδονία, παρατηρούμε για πρώτη φορά και τη “φυλετική” διαίρεση της Άνω Μακεδονίας σε έθνη. Πρόκειται δηλαδή για τους φυλετικά μοιρασμένους πληθυσμούς της Δυτικής Μακεδονίας. Σαφής ένδειξη αυτού βρίσκεται στο χωρίο 2.99.2 του Θουκυδίδη (τῶν γὰρ Μακεδόνων εἰσὶ καὶ Λυγκησταὶ καὶ Ἐλιμιῶται καὶ ἄλλα ἔθνη ἐπάνωθεν,..), όπου γίνεται λόγος για τους λαούς που είναι υπήκοοι και σύμμαχοι στον τότε βασιλιά των Μακεδόνων Περδίκκα Β’. Σημαντική λεπτομέρεια προς περαιτέρω κατανόηση αποτελεί ένα σημείο – στο 1.59.2 – από το πρώτο βιβλίο των ιστοριών του Θουκυδίδη για το Φίλιππο και το Δέρδα7 (καὶ καταστάντες ἐπολέμουν μετὰ Φιλίππου καὶ τῶν Δέρδου ἀδελφῶν ἄνωθεν στρατιᾷ ἐσβεβληκότων) που μας οδηγεί αυτομάτως στην Ελίμεια, μια εκ των χωρών της Άνω Μακεδονίας.

Από την άλλη, ο αρχαίος Έλληνας γεωγράφος, ιστορικός και φιλόσοφος Στράβων (64 π.Χ. – 24 μ.Χ.) ρίχνει περισσότερο φως στη μελέτη μας για τη φυλετική οργάνωση της Άνω Μακεδονίας, παραδίδοντάς μας τα ονόματα των χωρών της την περίοδο ενός καθεστώτος αυτονομίας και ελευθερίας που δόθηκε από τους Ρωμαίους8. Επίσης, προσπαθώντας να προσδιορίσει τα φυσικά σύνορα της Κάτω Μακεδονίας γράφει τα εξής: “ότι Πηνειός ορίζει την Κάτω καί πρός τη θαλάττη Μακεδονίαν άπό Θετταλίας καί Μαγνησίας, Άλιάκμων δέ την ‘Άνω (Μακεδονίαν)9 καὶ ἔτι τοὺς Ἠπειρώτας καὶ τοὺς Παίονας καὶ αὐτὸς καὶ ὁ Ἐρίγων καὶ ὁ Ἀξιὸς καὶ ἕτεροι.” (μτφρ.: Ο Πηνειός σχηματίζει τα σύνορα μεταξύ της Κάτω Μακεδονίας – αλλιώς μεταξύ εκείνου του τμήματος της Μακεδονίας που βρίσκεται κοντά στη θάλασσα – και της Θεσσαλίας με τη Μαγνησία ο Αλιάκμονας ορίζει τα σύνορα της Άνω Μακεδονίας και ο Αλιάκμονας επίσης μαζί με τον Εριγώνα και τον Αξιό και άλλους παραπόταμους, σχηματίζουν τα σύνορα με τους Ηπειρώτες και τους Παίονες).

Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος (59 π.Χ. – 17 μ.Χ.) που έζησε τα χρόνια του Οκταβιανού Αυγούστου, σε μια αναφορά του για την εποχή μετά την ήττα του Μακεδόνα βασιλιά Περσέα από τις λεγεώνες του Αιμιλίου Παύλου το 168 π.Χ. στη μάχη της Πύδνας, κάνει λόγο για τη διαίρεση της Μακεδονίας σε τέσσερις μερίδες με την τέταρτη μερίδα να είναι η Άνω Μακεδονία συνορεύοντας με Ιλλυρία και Ήπειρο, ενώ ως πρωτεύουσα αναφέρεται η Πελαγονία10. Οι λαοί που ζούσαν την πρώιμη Ρωμαϊκή περίοδο στη Μερίδα της Άνω Μακεδονίας αναφέρονται από τον Λίβιο: “quartam regionem Eordaei et Lyncestae et Pelagones incolunt; iuncta his Atintania et Tymphaeis et Elimiotis” (μτφρ.: η τέταρτη μερίδα κατοικείται από τον λαό των Εορδαίων, των Λυγκηστών και των Πελαγόνων, εκεί υπάρχουν ακόμη τρεις πόλεις της Αντιτανίας, της Τυμφαίας και της Ελίμειας). Εδώ ο Λίβιος προσθέτει στην Άνω Μακεδονία εκτός από το Ηπειρωτικό φύλο των Αντιτανών, την Τυμφαία η οποία είναι νοτίως του Αλιάκμονα στη σημερινή περιφέρεια Γρεβενών και κομμάτι της Ελίμειας. Παρατηρούμε μέσω της έρευνας ότι οι πρωτογενείς πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας, βρίσκονται σε μια ελαφρά σύγχυση μεταξύ τους, όσον αφορά στα όρια και τις φυλές – έθνη που απαρτίζουν την Άνω Μακεδονία.

Η Ορεστίδα και οι άλλες ‘χώρες’ της Άνω Μακεδονίας

Οι πηγές των αρχαίων συγγραφέων, αλλά και νεότερες έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί στην περιοχή, δεν προσδιορίζουν με λεπτομέρεια τα γεωγραφικά όρια των λαών της Άνω Μακεδονίας. Τα όρια των πέντε περιοχών από τις οποίες αποτελείται – Ορεστίδα, Ελίμεια, Εορδαία, Πελαγονία και Λυγκηστίδα – είναι λοιπόν μόνο σχετικώς προσδιορισμένα και αποδεκτά. Σύγχρονες έρευνες έχουν προσθέσει τη Δασαρρίτιδα, τη Δερίοπο, την Τυμφαία και την Αντιτανία αλλά αυτές αναφέρονται κυρίως μετά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση της και την ενσωμάτωση της Μακεδονίας ως Ρωμαϊκή επαρχία στην αυτοκρατορία.

Σχετικά με την Ορεστίδα οι πρωτογενείς πηγές που διαθέτουμε προέρχονται από τον Διόδωρο Σικελιώτη ο οποίος αναφέρει την καταγωγή του σωματοφύλακα του Φιλίππου Β’ Παυσανία: “Παυσανίας ἦν τὸ μὲν γένος Μακεδὼν ἐκ τῆς Ὀρεστίδος καλουμένης, τοῦ δὲ βασιλέως σωματοφύλαξ καὶ διὰ τὸ κάλλος φίλος γεγονὼς τοῦ Φιλίππου11” (μτφρ.: Υπήρχε ένας Μακεδόνας ονόματι Παυσανίας καταγόμενος από την περιοχή της Ορεστίδος. Ήταν σωματοφύλακας του βασιλιά και έγινε φίλος του Φιλίππου λόγω της ομορφιάς του). Επίσης, ο Λίβιος μας αναφέρει σχετικά στο «Ab Urbe Condita»: “Orestis Macedonum ea gens est—quod primi ab rege defecissent, suae leges redditae. Magnetes et Perrhaebi et Dolopes liberi quoque pronuntiat12” (μτφρ.: Οι Ορέστες – μια φυλή των Μακεδόνων – οι νόμοι τους αποκαταστάθηκαν, επειδή ήταν οι πρώτοι που εξεγέρθηκαν εναντίον του βασιλιά). Σε άλλο χωρίο επίσης γράφει: “inde impetum in Orestidem facit et oppidum Celetrum est adgressus in paeneinsula situm: lacus moenia cingit, angustis faucibus unum ex continenti iter est13” (μτφρ.: Τότε έκανε επίθεση στην Ορεστίδα και έφοδο στην πόλη του Κέλετρου14, που στέκεται σε μια χερσόνησο μια λίμνη περιβάλλει τα τείχη της μια στενή γλώσσα γης προσφέρει τη μόνη πρόσβαση από την ηπειρωτική χώρα).

Τέλος, σχετικές αναφορές έχουμε και από τον Στράβωνα15 που αντλεί πληροφορίες από τον Εκαταίο16 ενώ ο Στέφανος Βυζάντιος17 αργότερα γράφει: “Ορεστία. Πόλις εν Ορέσταις, εν όρει υπερκειμένω της Μακεδονικής γης, εξ ης Πτολεμαίος ο Λάγου πρώτος βασιλεύσας Αιγύπτου. Ο πολίτης Ορεστιαίος. Έστι και άλλη εν Αρκαδία Ορεστία, ην ευδαίμων και Ώρος δια της ει διφθόγγου γράφουσι την Ορέστειον.”

Ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. – την εποχή του Εκαταίου – η φυλή των Ορεστών θεωρούνταν Μολοσσικό φύλο, ενώ ο Πολύβιος από την πλευρά του τους παρουσίαζε ως Μακεδόνες μετά τον νικηφόρο πόλεμο των Ρωμαίων εναντίον του Φιλίππου Ε’ της Μακεδονίας γράφοντας τα εξής: “μετὰ δὲ τούτους εἰσεκαλοῦντο πάντας τοὺς ἀπὸ τῶν ἐθνῶν καὶ πόλεων παραγεγονότας, καὶ τὰ δόξαντα τῷ συνεδρίῳ διεσάφουν. Μακεδόνων μὲν οὖν τοὺς Ὀρέστας καλουμένους διὰ τὸ προσχωρῆσαι σφίσι κατὰ τὸν πόλεμον αὐτονόμους ἀφεῖσαν, ἠλευθέρωσαν δὲ Περραιβοὺς καὶ Δόλοπας καὶ Μάγνητας. Θετταλοῖς δὲ μετὰ τῆς ἐλευθερίας καὶ τοὺς Ἀχαιοὺς τοὺς Φθιώτας προσένειμαν, ἀφελόμενοι Θήβας τὰς Φθίας καὶ Φάρσαλον” (μτφρ.: Την επόμενη συγκέντρωσαν του αντιπροσώπους όλων των εθνών και πόλεων, και τους διακήρυξαν τις αποφάσεις των επιτρόπων. Για τη Μακεδονική φυλή των Ορεστών λόγω του προσχώρησαν στον πόλεμο (υπέρ της Ρώμης) τους άφησαν αυτόνομους. Τους Περραιβαίους, τους Δόλοπες και τους Μαγνήτες τους άφησαν ελεύθερους. Στους Θεσσαλούς, πέραν της ελευθερίας τους, τους παραχώρησαν τη Φθιώτιδα των Αχαιών, με εξαίρεση τη Φθιώτιδα των Θηβών και τα Φάρσαλα). Φαίνεται λοιπόν πως πριν την ενσωμάτωση της Ορεστίδας στο Μακεδονικό βασίλειο του Φιλίππου Β’, οι Ορέστες ήταν αναγνωρισμένοι ως Μολοσσικό φύλο, σε μια περίοδο όπου το να είσαι Μολοσός προϋπέθετε αμφίπλευρη καταγωγή (και από τους δύο γονείς)18.

Το μυθολογικό παρελθόν της Ορεστίδας σχετίζεται με το γνωστό Άργος της Πελοποννήσου, τον διωκόμενο από εκεί Ορέστη και την ίδρυση του Άργους Ορεστικού στη Μακεδονία. Μέσα από αυτόν τον μύθο αναγνωρίζεται η προσπάθεια των αρχαίων Ορεστών να ανάγουν τις εθνικές τους ρίζες στο νοτιοελλαδικό χώρο και παράλληλα να προβάλλουν τον ξεχωριστό ελληνικό χαρακτήρα τους σε σχέση με αυτό των Μακεδόνων της Κάτω Μακεδονίας, οι οποίοι έλκουν την καταγωγή τους από άλλα μυθικά πρόσωπα19.

Η γη της Ορεστίδας περιελάμβανε όλες τις περιοχές που γειτνίαζαν με τη σύγχρονη πόλη της Καστοριάς και τον άνω ρου του ποταμού Αλιάκμονα20. Δυτικά, είχε την Ήπειρο με την οποία συνόρευε φυσικά μέσω της οροσειράς της Πίνδου. Τα νότια σύνορά της ήταν με την Ελιμιώτιδα, ενώ τα ανατολικά της με τη χώρα των Εορδαίων και των Λυγκηστών. Από τις τελευταίες τη χώριζε το όρος Βέρνο και Άσκιο. Σχετικά με τα δυτικά της σύνορα, αυτά συνέπιπταν με τα εθνολογικά όρια Μακεδόνων και Ιλλυριών επί εδάφους στη βόρεια Πίνδο και ακολουθούσαν τη σημερινή ελληνοαλβανική συνοριακή γραμμή21. Τα βόρεια σύνορά της για ορισμένους ερευνητές όπως η Παπάζογλου22 και οι Ριζάκης, Τουράτσογλου23, αντιστοιχούν με τη λίμνη της μικρής Πρέσπας και τα σημερινά ελληνοαλβανικά σύνορα, ενώ διαφορετική άποψη εκθέτει η Καραμήτρου – Μεντεσίδη καθώς θεωρεί την περιοχή των Πρεσπών πολιτισμικά ενιαία, επομένως και διευρύνει τα σύνορα της Ορεστίδας βόρεια της Μεγάλης Πρέσπας24.

Τέλος, οι σημαντικότερες αρχαίες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τις πηγές που διαθέτουμε αλλά και τις νεότερες ιστορικές και αρχαιολογικές έρευνες είναι:

  • Το Άργος Ορεστικόν25
  • Το Κέλετρο26
  • Η Διοκλητιανούπολη27
  • Η Βάτυννα28
  • Η Λύκη29

Από τις πέντε θέσεις που έχουν ερευνηθεί, προς το παρόν, έχουν σωθεί μόνο δύο επιγραφές, μια από τη Βάττυνα (192/3 μ.Χ.) και μια από τη Λύκη του 2ου αιώνα μ.Χ.

ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΒΑΤΤΥΝΑΣ & ΛΥΚΗΣ
Απόσπασμα της επιγραφής από τη Βάτυννα30:

 

Απόσπασμα από την επιγραφή της Λύκης31:

 

[Εκκλησίας αγομένης υπό του Βαττυναίων πο-

λειτάρχου Αλεξάνδρου τοΰ Λεωνίδα και πολλών

άποδυρωμένων πολειτών υπό των έπαρ-

χικών έξελαύνεσθαι τής των δημοσίων..]

[Λυ]καίων -η πολειτεία

Κ . vac. ‘Ιούλιον Κρίσπον

τον <ά>ρχιερή καί εύ-

εργέτην τειμής χά-

ρινδι’ επιμελητών

Νειχάρχου τοΰ Δημητρίου..]

 

[1] Ηρόδοτος 7.173.4.: “δοκέειν δέ μοι, ἀρρωδίη ἦν τὸ πεῖθον, ὡς ἐπύθοντο καὶ ἄλλην ἐοῦσαν ἐσβολὴν ἐς Θεσσαλοὺς κατὰ τὴν ἄνω Μακεδονίην διὰ Περραιβῶν κατὰ Γόννον πόλιν, τῇ περ δὴ καὶ ἐσέβαλε ἡ στρατιὴ ἡ Ξέρξεω. καταβάντες δὲ οἱ Ἕλληνες ἐπὶ τὰς νέας ὀπίσω ἐπορεύοντο ἐς τὸν Ἰσθμόν.” (μτφρ.: Τώρα, κατά τη γνώμη μου, εκείνο που τους έπεισε ήταν ο φόβος, όταν έμαθαν πως υπάρχει κι άλλο πέρασμα για τη Θεσσαλία, στην περιοχή της Άνω Μακεδονίας, που, διασχίζοντας τη χώρα των Περραιβών, έβγαζε στην περιοχή της πόλης Γόννος — κι απ᾽ αυτό πράγματι έκανε την εισβολή της η στρατιά του Ξέρξη. Λοιπόν οι Έλληνες κατηφόρισαν και με τα καράβια τους πήραν το δρόμο του γυρισμού στον Ισθμό).

2 Ο.π: 8.137.1.

3 “Τοῦ δὲ Ἀλεξάνδρου τούτου ἕβδομος γενέτωρ Περδίκκης ἐστὶ ὁ κτησάμενος τῶν Μακεδόνων τὴν τυραννίδα τρόπῳ τοιῷδε· ἐξ Ἄργεος ἔφυγον ἐς Ἰλλυριοὺς τῶν Τημένου ἀπογόνων τρεῖς ἀδελφεοί, Γαυάνης τε καὶ Ἀέροπος καὶ Περδίκκης, ἐκ δὲ Ἰλλυριῶν ὑπερβαλόντες ἐς τὴν ἄνω Μακεδονίην ἀπίκοντο ἐς Λεβαίην πόλιν” (μτφρ.: Τώρα, έβδομος πρόγονος αυτουνού του Αλεξάνδρου είναι ο Περδίκκας, που απόχτησε τη βασιλική εξουσία των Μακεδόνων, και νά πώς: Από τους απογόνους του Τημένου έφτασαν στη χώρα των Ιλλυριών, φυγάδες από το Άργος, τρία αδέρφια, ο Γαυάνης κι ο Αέροπος κι ο Περδίκκας· κι απ᾽ την Ιλλυρία, περνώντας πάνω απ᾽ τα βουνά, έφτασαν στην Άνω Μακεδονία, στην πόλη Λεβαία).

4 Θουκυδίδης 2.99.1. – 2.99.3

5 Θουκυδίδης: 1.59.2.

6 Οπ.: 2.100.5.

7 Δέρδας Α’ (β’ μισό 5ου αι. π.Χ.). Ήταν ηγεμόνας της Ελίμειας και γιος του Αρριδαίου, αδελφού του Αλεξάνδρου Α’ της Μακεδονίας. Με τη βοήθεια των Αθηναίων και του Φιλίππου, εξαδέλφου του, πολέμησε εναντίον του βασιλιά Περδίκκα Β’ της Μακεδονίας, το 432 π.Χ.

8καί δή καί τά περί Λυγκον καί Πελαγονίαν και Όρεστιάδα καί Έλίμειαν την ‘Άνω Μακεδονίαν έκάλουν, οι δέ ύστερον καί έλευθέραν[1]” (μτφρ.: Έδωσαν το όνομα Άνω Μακεδονία στη περιοχή που είχε τη Λυγκηστίδα, την Πελαγονία, την Ορεστίδα και την Ελιμεία. Ενώ ύστεροι συγγραφείς την αποκαλούσαν και Μακεδονία η Ελεύθερη).

9 Στράβων: 7.12.

10 Λίβιος 45.29.9. “capita regionum, ubi concilia fierent, primae regionis Amphipolim, secundae Thessalonicen, tertiae Pellam, quartae Pelagoniam fecit” (μτφρ.: (τότε ο Αιμίλιος) όρισε τις πρωτεύουσες πόλεις με τα συμβούλιά τους σε διαφορετικές μερίδες. Η Αμφίπολη ορίστηκε για την πρώτη, η Θεσσαλονίκη για τη δεύτερη, η Πέλλα για την τρίτη και η Πελαγονία για την τέταρτη).

11 Διόδωρος: 16.93.3.

12 Λίβιος: 33.34.6.

13 Ο.π.: 31.40.1.

14 Πιθανώς η σημερινή Καστοριά της δυτικής Μακεδονίας.

15 Στράβωνας: 7.7.8. Βλ. παρούσα δημοσίευση σελ. 3.

16 Εκαταίος ο Μιλήσιος (550 – 470 π.Χ.): Αρχαίος Έλληνας γεωγράφος, ιστοριογράφος – λογογράφος.

17 Στέφανος Βυζάντιος, Εθνικά, λ. “Ορεστία”.

18 Davies 2000: 234 – 268.

19 Ξυδόπουλος 2012: 524.

20 Χατζηνικολάου 2009: 9.

21 Σαμσάρης 1989: 50.

22 Papazoglou 1988: 242.

23 Ριζάκης, Τουράτσογλου 1985: Χάρτης στο τέλος του τόμου.

24 Καραμήτρου 1999: 81.

25 Στράβων 7.7.8. “Λέγεται δὲ τὴν Ὀρεστιάδα κατασχεῖν ποτε Ὀρέστης, φεύγων τὸν τῆς μητρὸς φόνον, καὶ καταλιπεῖν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ τὴν χώραν, κτίσαι δὲ καὶ πόλιν, καλεῖσθαι δ᾽ αὐτὴν Ἄργος Ὀρεστικόν” (μτφρ.: Λέγεται ότι πήρε κάποτε στην κατοχή του ο Ορέστης την Ορεστίδα, όταν ήταν στην εξορία λόγω του φόνου της μητέρας του, και άφησε σε αυτή την περιοχή το όνομά του· και ίδρυσε μια πόλη, που την ονόμασε Άργος Ορεστικό). Οι έως τώρα έρευνες έχουν ταυτίσει το Άργος Ορεστικό με την ομώνυμη σημερινή πόλη του νομού Καστοριάς (Αρμενοχώρι Άργους). Σχετικά: Σαμσάρης 1989: 149 – 150.

26 Λίβιος 31.40. 1 – 4. “..“inde impetum in Orestidem facit et oppidum Celetrum est adgressus in paeneinsula situm: lacus moenia cingit, angustis faucibus unum ex continenti iter est (μτφρ.: Τότε έκανε επίθεση στην Ορεστίδα και έφοδο στην πόλη του Κέλετρου , που στέκεται σε μια χερσόνησο· μια λίμνη περιβάλλει τα τείχη της μια στενή γλώσσα γης προσφέρει τη μόνη πρόσβαση από την ηπειρωτική χώρα)..”

27 Papazoglou 1988: 238 – 239 βάσει ερμηνείας του Περί Κτισμάτων του Προκοπίου (4.3.273).

28 Στη θέση «Σκαλί» έξω από το Κρανοχώρι Καστοριάς βρέθηκε επιγραφή που περιέχει το «δόγμα των Βαττυναίων». Σχετικά: Ριζάκης – Τουράτσογλου 1985: 168 – 176.

29 Ριζάκης, Τσουράτσογλου 1985: 138 – 139, αρ. 149. Σαμσάρης 1989: 153. Αν ο συσχετισμός της επιγραφής με τη Λύκη ευσταθούν, σύμφωνα με τους Ριζάκη – Τουράτσογλου, τότε θα την τοποθετούσαμε λογικά στο σημερινό νησάκι του Αγίου Αχιλλείου της Μικρής Πρέσπας και θα υπαγόταν κατά πάσα πιθανότητα στην Ορεστίδα.

30Ριζάκης, Τουράτσογλου 1985: 168 αρ. 186.

31 Ο.π.: 138 αρ. 149.

 

Βιβλιογραφία

Davies, J. (2000). The Molossian as Ethnos. Oxford University Press.

Papazoglou, F. (n.d.). Les Villes de Macedoine a l’epoque romaine. Paris/Athenes: Ecole francaise d’ Athenes.

Ηρόδοτος. (n.d.). Ιστορίαι.

Θουκυδίδης. (n.d.). Ιστορίαι.

Καραμήτρου-Μεντεσίδη, Γ. (1989). Αιανή Κοζάνης: Αρχαιολογικός Οδηγός. Θεσσαλονίκη.

Καραμήτρου-Μεντεσίδη, Γ. (1999). Βόιον, Νότια Ορεστίς : αρχαιολογική έρευνα και ιστορική τοπογραφία. Θεσσαλονίκη.

Λίβιος, Τ. (n.d.). Ab Urbe Condita Libri.

Ξυδόπουλος, Ι. (2012). Ιστορία – Επιγραφική – Ανθρωπονυμία / Άνω Μακεδονία. Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ.

Σαμσάρης, Δ. (1989). Ιστορική Γεωγραφία της Ρωμαϊκής Επαρχίας της Μακεδονίας. Θεσσαλονίκη: Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών.

Σικελιώτης, Δ. (n.d.). Ιστορική Βιβλιοθήκη.

Στράβων. (n.d.). Γεωγραφικά.

Τουράτσογλου, Ρ. . (1985). Επιγραφές Άνω Μακεδονίας: Ελίμεια, Εορδαία, Νότια Λυγκηστίς, Ορεστίς: τόμος Α’ κατάλογος Επιγραφών. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.

Χατζηνικολάου, Κ. (2009). Συμβολή στη μελέτη της ιστορικής γεωγραφίας της Άνω Μακεδονίας.

 

 

Μοιραστείτε την είδηση