Σ’ν προυσπάθειά μας να καταγράψουμι, κι ν’ αναδείξουμι όλα τα Ιστιατόρια, τ’ς Ταβέρνις, τ’ς ψησταριές, τα καφινεία κι όλα τα μαγαζιά που είχαν σχέσ’ μι τουν κλάδου τ’ς Ιστίασης σ’ν Κουζάν’, στου δημουσίευμα αυτό τ’ αναφιρθούμι στου «ΖΥΘΙΣΤΟΡΙΟΥ ΙΛΛΗΝΙΚΟ» που είχιν τ’ φίρμα «Γ.Κ. ΠΑΤΣΩΝΑΣ κ ΣΙΑ Ο.Ε.».
Του Ιστιατόριου αυτό, όπως γνουρίζ’ οι παραπάν’ Κουζιανίτ’ ήταν στου Κέντρου τ’ς Κουζάν’ς, στουν πιζόδρουμου κι σ’ν γουνιά απ’ τ’ς δρόμ’ Ειρήν’ τ’ς κι τ’ Χαρ. τ’ Μούκα.
Τ’ άτουμα που απουφάïσαν να στήσ’ν αυτήν τ’ ιπιχείρησ’ –του Ιστιατόριου-, ήταν τρεις ώριμ’ άντρες, που γνώρ’ζαν τ’ δ’λειά, που γνουρίζουνταν πουλύ καλά μιταξύς τ’ς, αφού ήταν συνιργάτις, κι προυέρχουνταν απ’ του Αρχουντάθ’κου Ιστιατόριου «ΑΒΕΡΩΦ» τ’ ΚΩΤΣΙΟΥ τ’ ΓΚΡΙΜΠΑ, που είχιν καταστραφή ολουσχιρώς του Μιγασάββατου του βράδ’ του 1948 απού πυρκαΐα.
Οι τρεις ιπαγγιλματΐις που είχαν ν’ ανάλουγ’ ιμπειρία, που γνώρ’ζαν καλά τ’ν αγουρά τ’ς Κουζάν’ς, που ήξιραν τι χράζουνταν, πήραν αυτήν τ’ σουστή απόφασ’ ν’ ανοίξ’ ν ένα κινούργιου Ιστιατόριο. Αυτοί ήταν:
-Ου ΠΑΤΣΩΝΑΣ ΟΥ ΓΙΩΡ’Σ Τ’ ΚΩΤΣΙΟΥ
-Ου ΒΟΥΔΟΥΡ’Σ ΟΥ ΚΩΤΣΙΟΥΣ Τ’ ΣΤΕΛΙΟΥ κι
-Ου ΜΠΙΛΙΩΝ’Σ ΟΥ ΓΙΩΡ’Σ Τ’ ΓΙΑΝΝ’.
Στ’ φουτουγραφία έχουμι τ’ς τρεις αγαπημέν’ συνέτερ’ που του 1948 απουφάϊσαν κι έστησαν του καλύτηρου για ‘κειν ιπουχή Ιστιατόριου του γνωστό «ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ». Απ’ αριστηρά είνι ου Μπιλιών’ς ου Γιώρ’ς, στ’ μέσ’ είνι ου Γιώρ’ς ου Πατσώνας κι τρίτους αγουνιστής κι γείτουνας είνι ου Κώτσιου ου Βουδούρ’ς.
Τα παραπάν’ τρία άτουμα στ’ς δώδικα τ’ Νουέμβρ’ του 1948 προχώρ’σαν σ’ν υπουγραφή «ΙΔΙΟΥΤΙΚΟΥ ΣΥΜΦΟΥΝΙΤΙΚΟΥ» που αναφέρουνταν τα ουνόματα απ’ τρεις, ου διαχειριστής, οι όρ’ λειτουργίας, οι χώρ’, – τα μαγαζιά που έπριπι να νοικιαστούν-, ου απαραίτητους ιξουπλισμός που χράζουνταν για να λειτουργείς η νέα ιπιχείρησ’, κι ό,τ’ άλλου έπριπιν κι κρίνουνταν απαραίτητου να συμπεριλαμβάν’ του «ΣΥΜΦΟΥΝΙΤΙΚΟ».
Σ’ αυτήν του φουτουγραφία φαίνιτι η πρώτ’ σιλίδα απ’ του «Ιδιουτικό Συμφωνιτικό» που έκαμαν κι υπόγραψαν οι τρεις τους για να ξικινήσ’ν του Ιστιατόριου.
Τα μαγαζιά που νοίκιασαν οι συνεταίρ’ ήταν ιδιοκτησίας του μπροστινού κουμματιού που του αξιουποίησαν για υποδουχή των πελατών απ’ τ’ς Αδιλφοί ΜΙΚΡΟΥ, ινώ του πίσου μέρους 40 τ.μ. πιρίπου του διαμόρφουσαν για κουζίνα, ήταν απ’ τ’ αδέλφια Θύμιου κι Στέργιου ΠΙΤΣΕΛΗ.
Τ’ν γειτουνιά απ’ τ’άλλα τα μαγαζιά σ’ν ανατουλική πλιβρά απ’ του ιστιατόριου, τ’ν έφκιαναν του Βιβλιουπουλείο – Πρακτουρείου Ιφιμιρίδων «ΚΑΡΑΛΕΚΑ – ΣΦΗΚΑ», συνέχεια ήταν η είσουδους απ’ του Καφινείου τ’ Βαρβέρ’, μιτά ήταν του Ραφείου, -μι πουλλή δ’λειά ιτότι-, απ’ τ’ς Αδιλφοί «ΓΚΛΟΥΜΠΟΥ», κατόπιν ήταν η είσουδος απ’ του Ξινουδουχείου «ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ» απ’ τ’ Αδέλφια τ’ «ΘΥΜΙΟΥ ΤΑΡΤΑΡΑ» κι στου τέλους στ’ γουνιά λειτουργούσιν καφιτέρια ου «ΛΑΖΟΥΣ ου ΠΑΠΑΔΕΛ’Τ’Σ».
Στ’ φουγραφία είνι ου Γιώρ’ς ου Μπηλιών’ς πολύ νέους, κ’ είνι βγαλμένους στ’ν είσουδο απ’ του ιστιατόριου πριν γίν’ η ιπέκτασ’, όπους φανιρών’ κ’ η «Νταμπέλλα που είνι μ’κρή».
Σ’ν δικαϊτία του ’60 λόγου τ’ς αύξησης τ’ς πιλατείας οι διαχειριστές μίσθουσαν κι’ άλλου ένα μικρ’ μαγαζί στου ανατουλικό μέρους του Ιστιατουρίου, πήραν ένα κουμμάτ’ – στινόμακρου- απ’ του βιβλιουπουλείου «ΚΑΡΑΛΕΚΑ – ΣΦΗΚΑ», κι έτσι τράνιψαν του χώρου του σαλουνιού κι μπουρούσαν να ιξυπηρετούν παραπάν’ πιλατεία.
Η αύξησ’ τ’ς πιλατείας για του κινούργιου ιστιατόριου προήλθιν απ’ τ’ καταστρουφή του «ΑΒΕΡΩΦ», αφού αυτή ήταν κ’ η βασική ιτία υπουθέτουμι, που άνοιξαν οι τρεις του μαγαζί, αλλά κι λόγου τ’ς αλλαγής τ’ς κατάστασης, αφού τ’ν ίδια ιπουχή η Κουζιάν’ γίν’γκιν έδρα Νομού, έδρα του Α’ Σώμματος Στρατού κι Μιραρχίας, μι απουτέλισμα να ιγκατασταθεί πολλής Στρατός μι πολλούς ανώτιρους κι ανώτατους Αξιουματικούς.
Σινάμα αργότιρα σ’ δικαϊτία του ‘60 αρχίν’τσαν τ’ αναπτυξιακά έργα τ’ς πιριουχής που ήταν η ικμιτάλλιφσ’ τ’ ουρυκτού πλούτου του λιγνίτη κυρίως, του σιδηρουμιτάλλιβμα Σκούμτσιας, του αμιάντου αργότιρα μι τ’ν ιτιρεία ΜΑΒΕ, η δημιουργία μονάδων της ΔΕΗ που έφιριν πουλλές Τεχνικές Ετιρΐις κι ξένου κόσμου, όλα αυτά δημιούργησαν τ’ν οικουνουμική ανάπτυξ’ του Νομού για πουλλές δικαϊτΐις.
Γι’ αυτό κ’ οι συνιταίρ’ προυσπάθησαν κ’ έφκιασαν, έσ’τσαν, ένα μαγαζί μι καλή ουργάνουσ’ κι έδουκαν τ’ν ιμφάνισιν που είχαν τα τρανά ιστιατόρια τ’ Σαλονίκ’ς ιτότι.
Σ’ αυτήν τ’ φουτουγραφία είνι τα δυό τ’ αφιντικά μι του προυσουπικό. Απ’ αριστιρά είνι (ου φανταχτιρός) ου Γιώρ’ς ου Πιτέν’ς, μιτά ου Μάστουρας ου Μανώλ’ς, μιτά ου σιρβιτόρους ου Μιλτιάδης, τ’ συνέχεια ου Γιώρ’ς ου Πατσώνας, μι τουν Κώτσιου του Βουδούρ’ κι τιλιφταίους είνι ου Ζουρμπάς ου Μανώλ’ς (Λάκης) τ’ αηδόν’.
Ιπειδή οι απιτήσεις, κ’ υπουχριώσεις τ’ς ιπιχείρησης ήταν πουλλές κι πουλίπλοκις, κ’ έπριπιν να δίνουντι άμισεις λύσεις, οι συνιταίρ’ έχουντας τρανή ιμπειρία, όπους ανάφιράμι, χώρ’σαν τ’ς αρμουδιότητες κι τ’ς απουστουλές μέσα σ’ν ιπιχείρησ’.
Έφκιασαν εν ουλίγις τ’ διοικητική ουργάνους του Ιστιατουρίου.
Παρακάτ’ τ’ αναφιρθούμι στ’ λειτουργία, σ’ν ουργάνουσ’ του προυσουπικού του μαγαζιού, τ’ς απαραίτητις ειδικότητις που έπριπιν ν’ απασχουλεί κι τουν αριθμό ατόμων απού κάθι ειδικότητα. Του ουράριου του προυσουπικού καθώς κι τ’ άτουμα που απέρασαν σι κάθι ειδικόττηα απ’ του Ιστιατόριου.
Του προυσουπικό πάϊνιν στου μαγαζί του προυΐ στ’ς 8.30 η ώρα κι φρόντζιν για καθαριότητα, τ’ν ιτοιμασία των ζαρζαβατικών, κρεάτων, οσπρίων, ψαριών που πιριείχιν του μινού τ’ς μέρας κι τίμαζιν κι του σαλόν’ του μαγαζιού. Έστρουναν τα υφασμάτινα τα τραπιζουμάντιλα μι τ’ς πιτσέτις κι τα σιρβίτσια.
Όπους μι ανάφιριν ου Χάρης ου Πατσώνας ου μ’κρος ου γιός τ’ Γιώρ’, οι καλύτηρις ώρις για του προσουπικό ήταν, όταν καθάρ’ζαν τα ζαρζαβατικά, κι τίμαζαν τ’ απαραίτητα προυϊόντα για του μινού τ’ς μέρας, μαζί μι τ’ς μάγειρ’. Ιτότι συζητούσαν όλ’ αντάμα διάφουρα θέματα, ακόμα κ’ ό,τ είχιν σχέσ’ για καλή λειτουργία του μαγαζιού που τ’ς ινδιέφιριν όλ’νους, ακούουνταν τα καλύτιρα μπέντια, έκαμαν τα πειράγματα μιτάξύ τ’ς, κι τ’ς παραπάν’ φουρές κατέληγαν σι τραγούδια που αρχινούσιν ου πρώτους καλλίφουνους ου Μανώλ’τ’ς ου Ζουρμπάς (Λάκης) μι του (κουκουράκι κικιρικί…).
Χουρίς να λείπ’ κι τα μικρουκαβγαδάκια για πουλιτικά ζητήματα ή για άλλα θέματα τ’ς ιπικιρότητας χουρίς όμους να παίρν’ διαστάσεις κι να χαλνούν τ’ν ιφχάριστ’ ατμόσφιρα.
Στ’ φουτουγραφία είνι ου Μπιλιών’ς ου Γιώρ’ς (μι τζιγάρα στου στόμα) κι απού γύρου τ’ είνι μιρικοί απ’ του προυσουπικό. Απ’ αριστιρά είνι οι Μάστουρας ου Μανώλ’ς, ου Καραβέργος Θωμάς, συνέχεια ου Ζουρμπάς ου Μανώλ’ς (Λάκης), τ’ αφιντικό, κι τιλιφταίους είνι ου Καραπέτσας ου Χρήστους.
Του Ιστιατόριου αρχίνούσιν τ’ν καθημιρνή λειτουργία τ’ς 12 μι 12.30 η ώρα κι έκλεινιν του βράδ’ όσπου πάϊνιν. Του προσουπικό δούλιβιν σε δυό βάρδις.
Η πιλατεία του μαγαζιού ήταν ου τρανός όγκους απ’τ’ς δημόσιοι υπάλληλοι, απ’ του Στρατό – έτρουγιν τρανός αριθμός αξιουματικών-, απιφθίνουνταν σ’ όλου του κοικό τ’ς Κουζάν’τ’ς, κι σ’ όλις τ’ς παρέϊς που ήθιλαν να γιφτούν τ’ν καλή κουζίνα απ’ του «ΖΥΘΙΣΤΙΑΤΟΡΙΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ Γ.Κ. ΠΑΤΣΩΝΑ κ ΣΙΑ Ο.Ε.».
Έτσ’ ου Γιώρ’ς ου Πατσώνας ήταν διαχειριστής κ’ υπέφθινους για τ’ν αγουρά κι τουν ιφουδιασμό τ’ς ιπιχείρησης. Ου ίδιος καθημιρνά πάϊνιν σ’ν αγουρά – ιτότι όλα τα μαγαζιά ήταν στην Πλατέα Λασσάν’ στου Μισκιάθ’κου – στα κριουπουλεία, στα ψαράθ’κα, στα μανάβ’κα κι στ’ κάβις κι αγόραζιν όλα τα φρέσκα προυϊόντα που ήταν απαραίτητα για τα καθημιρνά φαγητά. Κι μάλιστα ιπειδή είχιν απουχτίσ’ τρανή ιμπειρία για ποιότητα απ’ τα κρέατα, οι χασάπ’δις μόλις τουν ίγλιπαν τουν φώναζαν «ΚΑΛΩΣ ΤΟΥ ΓΙΑΤΡΟ ΜΑΣ».
Τ’ συνέχεια ό,τ’ ψούν’τζιν τα φόρτουνιν στ’ χαμάλα πάντα τ’ς «ΜΑΡΙΝΕΛΛΑΣ τ’ Τζήκα Τσαμπούρ’» κι τ’ άφιρνιν στουν Ιστιατόριου.
Ου Γιώρ’ς ου Πατσώνας ήταν ακόμα υπεύθυνους κι για του Ταμείου του μαγαζιού, που λειτουργούσιν μι «ΜΑΡΚΙΣ». Του σύστημα αυτό έκαμνιν τα γκαρσόνια να κινούντι πιο αγλίγουρα κι να ιξυπιριτούν καλύτιρα τουν τρανό αριθμό των πελατών.
Κάθι μισ’μέρ’ που αρχινούσιν η δ’λειά οι σιρβιτόρ’ αγόραζαν απ’ του «ΜΠΟΥΦΕ» απ’ τουν Γιώρ’ τ’ς μάρκις. Σι κάθι παραγγιλία ήταν υποχριουμέν’ να πιράσ’ν μαζί μι τα φαγητά απ’ τ’ν Διέυ’θν’ς, να δώσ’ν τ’ς ανάλουγις μάρκις κι στου τέλους τ’ς βάρδιας να ιξουφλήσ’ν μι χρήματα στουν Γιώρ.
Οι δυό οι άλλ’ οι συνιταίρ’, Μπιλιών’τ’ς Γιώρ’ς κι Βουδούρ’ς Κώτσιους, όλα τα χρόνια που λειτούργησιν του Ιστιατόριου ήταν οι βασικοί, κι έμπειροι σιρβιτόρ’ κι δάσκαλοι για όλους τους νεότιρους που απέρασαν απ’ του «Ζυθιστιατόριο ΙΛΛΗΝΙΚΟ Γ. ΠΑΤΣΩΝΑ κ ΣΙΑ Ο.Ε.».
Όπους μας δήλουσαν τόσου τα πιδιά των συνεταίρων, αλλά κι τ’ άτουμα που ιργάσ’θκαν στου Ιστιατόριου, ήταν ιφχαριστιμέν’ απ’ τ’ς ιργασιακές συνθήκις τ’ς ιπιχείρησης, η συνεργασία μεταξύ των συναδέλφων ήταν ιπίσης καλή, όπως κι συνιργασία μιταξύ των συνιταίρων, αλλά ιξίσου καλή κ’ η αντιμιτώπισ’ απ’ τα αφιντικά τ’ς. Έτσ’ όταν έφιβγαν απ’ του μαγαζί κατουχείρουναν ένα καλό ιπάγγιλμα, αλλά είχαν παράλληλα κι τ’ς καλύτιρις αναμνήσεις.
Όλου του προυσουπικό εκτός απ’ του Γιώρ’ τουν Πατσώνα κάθι προυΐ απ’ τ’ς 8.30 η ώρα μέχρι τ’ς 11.00 πιρίπου ασχουλούνταν μι βοηθητικές δ’λειές. Αυτές ήταν απαραίτητις να γίν’, όπους καθαριότητα του καταστήματις κι προυϊτιμασία όλων των προϊόντων που χράζουνταν για τα καθημιρνά φαγητά, όπους καθάρσ’μα ζαρζαβατικών κι οσπρίων, τεμάχισμα κρεάτων κι πλύσιμο ψαριών κι όποιων άλλων προϊόντων ήταν απαραίτητα.
Του ιστιατόριου απασχουλούσιν τρεις τουλάχιστον έμπειρ’ μάγειρ’ που ιτούμαζαν του μινού τ’ς κουζίνας, άλλου για του μισ’μέρ’ κι άλλου για του βράδ’.
Σινάμα μεσ’ τ’ν κουζίνα απασχουλνούνταν τρία άτουμα για τ’ λάντζα κι σι δ’λειές που είχαν ανάγκ’ οι μάγειρ’.
Στ’ λάντζα κυριαρχούσιν η παρουσία τ’ς Ανδρουμάχ’ς τ’ Μαυρουμάτ’ (Μάχου) που ήταν απ’ Άνου Κώμ’, που πάϊνιν κι σαν οικιακή βουηθός στου σπίτ’ τ’ ΝΑΝΟΠΟΥΛ’.
Τ’ν Ανδρουμάχ’ τ’ βοηθούσαν τα νέα πιδιά που έρχουνταν για δ’λεια απ’ τα γύρου χουριά τ’ς Κουζάν’ς κι κυρίους απ’ τ’ν Ιλάτ’ Σιρβίων (Λοζιανή). Απ’ αυτό του χουριό ένας τρανός αριθμός απ’ τα πιδιά απιρνούσαν κι δούλιβαν στου Ιστιατόριου.
Οι σιρβιτόρ’ που δούλιβαν σι κάθι βάρδια ήταν τέσσιρα άτουμα, κι ου καθένας ήταν υπεύθυνους για κάθι μια απ’ τ’ς σειρές απ’ τα τραπιζουκαθίσματα που ήταν σ’ν αίθουσα κι τα χριώνουνταν.
Μαζί μι τ’ σιρβιτόρ’ ήταν κι τρεις μι τέσσιρ’ς βοηθοί, για να γίνιτι καλύτιρ’ ιξυπιρέτησ’ τ’ς πιλατείας κυρίους τ’ς ώρις που είχιν δ’λειά του Ιστιατόριου κι ήταν 12.00 μέχρι 3.30 του μισμέρ’ κι 8.00 μι 12.00 ή 1.00 του βράδ’.
Ιπουχιακά κι κυρίως για τα ριπό κι τ’ς άδειϊς απασχολούνταν κι έκτακτου προυσουπικό, που ήξιριν ψίχα απ’ τ’ δλειά.
Όσ’ απ’ τ’ς βοηθοί που ήταν υπεύθυνοι κι για τουν μπουφέ – τίμαζαν, τ’ αλλαντικά, τα τυριά, τ’ σαλάτις, τα ψουμιά, τα πουτά κι φρούτα – όσ’ έδειχναν τρανίτηρου ζήλου, ινδιαφέρουν κι διξιότητα, ιξιλίσουνταν κι γίνουνταν μι τουν κιρό κι αυτοί κανουνικοί σιρβιτόρ’.
Παρακάτ’ τ’ αναφιρθούμι στ’ μαγείρ’ που προυτουδούλιψαν στο «ΙΛΛΗΝΙΚΟ» κι σ’ αφνούς που γίν’γκαν μάγειρ’ στου ίδιου του μαγαζί.
Ου ΤΟΥΛΚΟΥΤΣΙΔΗΣ ου ΓΙΑΝΝ’Τ’Σ ήταν ου προυτομάγειρας κι ου πρώτους καλλιτέχνης «ΣΕΦ» όπους ομουλόγ’σαν όλ’ σχιδόν που ρώτσα. Ου ίδιους υπίρξιν κι ου δάσκαλους για τ’ς υπόλοιπ’ νέοι, που απέρασαν απ’ κουζίνα του μαγαζιού κι πρόφτασαν να δ’λέψ’ν μι του ΤΟΥΛΚΟΥΣΙΔΗ.
Ήταν πιθιρός τ’ Χ’’Γιαννακίδη τ’ Μίμη τ’ Κουμμουτή, η θυγατέρ τ’ είνι η Λιέν’ Χ’’Γιαννκίδη – Τουλκουσίδη. Ου Γιάνν’ μι τ’ ιμπειρία τ’ κι τ’ν ιργατικότητα τ’ ιμπλούτισιν του μινού του ιστιατουρίου μι κινούργια φαγητά.
Όπους είνι γνουστό για να σταθεί ένα μαγαζί τ’ς ιστίασις μέσα σ’ν αγουρά του Α κι Ω είνι η «ΚΟΥΖΙΝΑ», η ποιότητα, η καλή γέφσ’ κ’ η ποικιλία των προσφιρόμενων φαγητών.
Μιτά ακλουθάει του κόστους κι η πιριποίησ’ για τουν πιλάτ’.
Αλλ’ μάγειρ’ που δούλιψαν στου «ΖΥΘΙΣΤΙΑΤΟΡΙΟΥ» σύμφουνα μι τ’ς πληρουφουρΐις που μας έδουκαν ήταν:
-Ου Στυμουνιάρ’ς ου Ζήσ’.
-Ου Τσιρουνάς ου Κώτσιους, ου ουποίους ιργάσ’κιν γι’ αρκιτό κιρό στου μαγαζί.
-Ου Ζουρμπάς ου Χάρης – ιργάσ’κιν για λίγου κιρό.
– Ου Μπάκας ου Γιώρ’ς – απ’ Κουζάν’, δούλιψιν πολλά χρόνια στου μαγαζί μέχρι που βγίκιν τ’ σύνταξ’.
– Ου Παπαδόπουλος ου Γιώρ’ς – δούλιψιν αρκιτά χρόνια σ’ν ιπιχείρισ’, κι στ’ συνέχεια γίν’γκιν μάγειρας στου «ΜΑΜΑΤΣΙΟΥ ΝΟΥΣΟΥΚΟΥΜΕΙΟΥ».
-Ου Καλαμπούκας ου Μάνθους απ’ τ’ν Αγία Παρασκιβή τ’ς Κουζάν’ς, δούλιψιν στου ιστιατόριου πουλλά χρόνια κι μιτά άν’ξιν θ’κιατ’ «ΤΑΒΕΡΝΑ» στου χουριό τ’, ινώ συνάμα δούλιβιν κι σ’ν Αρχιουλουγία.
-Ου Λίτσιους ου Νίκους απ’ τ’ Λιφκουπηγή, ου οποίους ιργάσκιν πουλλά χρόνια κι απόχ’τσιν τρανή ιμπειρία σαν μάγειρας, άν’ξιν σν’ αρχή του γνουστό Ιστιατόριου «ΜΑΚΙΔΟΥΝΙΑ» κουντά στου ΚΤΕΛ.
-Ου Μάστουρας ου Μανώλτ’ς απ’ τ’ Ρουδιανή. Ιργάσκιν απού μ’κρό πιδί σ’ν ιπιχείρησ’, κι αφού έδειξιν τρανό ζήλου κ’ ιργατικότητα, κι έμαθιν καλά ‘ντέχν’ τ’ μάγειρα του 1976 έφιγιν απ’ του μαγαζί κι μαζί μι τουν ΝΕΝΟΥ του ΓΙΩΡ’ πήραν του μαγαζί «ΤΑΚΗ τ’ ΓΚΛΟΥΜΠΟΥ» ιστιατόριου κι αυτό που ήταν στου κέντρου κι δίπλα απ’ του μαγαζί τ’ «ΛΑΖΟΥ ΤΣΙΚΡΙΤΖΗ».
Οι Σιρβιτόρ’ που ιργάσ’καν στου Ιστιατόριου μι τ’ φίρμα «Γ.Κ. ΠΑΤΣΩΝΑ κ. ΣΙΑ Ο.Ε.» ήταν:
Ικτός απ’ τ’ς δυό συνέτιρ’ που τ’ς ανάφιράμι:
-Ου Καραπέτσας ου Χρήστους – συνοικία Αϊδημήτρ’ς – ου ουποίους δούλιψιν άσουτα χρόνια σ’ν ιπιχείρησ’. Μιτά τ’ν συνταξιουδότησ’ τ’ Γιώρ’ τ’ Μπιλιών’ κι τ’ Κώτσιου τ’ Βουδούρ’ κι τ’ν απουχώρισ’, ου Καραπέτσας ήταν του διξί χέρ’ τ’ Πατσώνα, κι τουν είχιν απόλυτ’ ιμπιστουσίν’, για όλα τα θέματα κι τ’ λειτουργία του μαγαζιού. Ακόμα, όταν έλειπιν του Γιώρ’ς μι άδεια ή είχιν ριπό τουν αντικαταστούσιν σ’ όλες τ’ς υποχριώσεις.
-Ου Ζουρμπάς ου Μανώλ’τς ή Λάκης απ’ Κουζάν’ – συνοικία Ηπειρώτ’κα – καλός σιρβιτόρους κι καλός τραγουδιστής. Κάθι προυί αυτός ξικινούσιν τ’ άσματα κι πάϊνιν η δ’λειά ρουλόϊ.
-Ου Ζαφειράξ’ απ’ν Κουζάν’ – συνοικία Γιτιά – καλός σιρβιτόρους κι ου τρανίτηρους απ’ όλ’νους.
-Ου Καραπέτσας ου Σάκης – συνοικία Αϊδημήτρ’ς – αδιλφός τ’ Χρήστου. Ιργάσκιν τα τιλιφταία 7-8 χρόνια κ’ ήταν ιβγινικός κ’ ιξυπιριτικός προς τ’ πιλάτις.
-Ου Μανουλόπουλος ου Σταύρους – απ’ Πάτρα – είνι γνουστός σ’ν Κουζάν’ μούγκι μι του παρατσούκλ’ «ου Σταύρους ου Πατρινούς» χουρίς να τουν ξέρουμι οι παραπάν’ του ιπίθητου. Ήταν καλός κι αγλίγουρους σιρβιτόρους.
-Ου Πιτέν’ς ου Γιώργ’ς – απ’ Κουζάν’ – δούλιψιν πουλλά χρόνια στου μαγαζί, είχιν ουραίου παρουσιαστικό, κι ήταν ου κλασικός ιπαγγιλματίας σιρβιτόρους κι ίχειν’ τ’ν ικτίμησ’ απ’ τ’ς πιλάτις.
-Ου Νένους ου Γιώργ΄ς απ’ τ’ Λιφκουπηγή. Ήταν σβέλτους, πιριποιητικός, χαμουγιλαστός κ’ ιξυπιριτικός σιρβιτόρος. Σινάμα ήταν το πειραχτήρ’ τ’ Σάκη τ’ Καραπέτσα, που ήταν πιο αργός κι τ’ς ώρις τ’ς αιχμής, ου Νένους του φώναζιν «Θανάσ’ βάλει δεύτερ’. Γίνε πιο αγλίγουρους για να προυφτάσουμι τ’ς πιλάτις.
Στου πρώτου μέρους απ’ του δημουσίευμα αναφέρουμέστι, όσ’ του διάβασαν, σ’ν τρανή απόφασ’ που πίραν ιτότι οι τρεις ιπαγγιλματίϊς, κι έστ’τσαν ένα σύγχρουνο ιστιατόριο. Τ’νιτιρία κι του Ιδιοτικό Συμφουνιτικού, που υπόγραψαν κι πιριείχιν τ’ς βασικοί όρ’ για τ’ λειτουργία, κι τ’ δέσμιφ’ς παράλληλα για τ’ μακρά κι μιλλουντική τ’ς, ιπαγγιλματική πουρεία τ’ς.
Η γιννιά μας του ‘50 του έζησιν – απ’ όξου όμους – για πουλλές δικαϊτίϊς του Ιστιατόριου, ιπειδή ήταν κι στου Κέντρου στ’ βόλτα του ίγλιπάμι κι του χαρακτήρσαμι, σαν μια βιοτιχνική μουνάδα παραγουγής τροφής, σύμφουνα μι τ’ καλή ουργάνουσ’ του έμπειρου προυσουπικού που δούλιβιν σε δυό μάρδις κι τουν τρανό όγκου πελατών που ιξυπιριτούσιν σι καθημιρνή βάσ’.
Σινάμα ανάφιράμι ουνουμαστικά τ’ άτουμα κι στ’ ειδικότητις που τ’ς απουσχόλ’τσιν η ιπιχείρ’ς, που για τ’ς πιρισσότιρ’ ίπιξιν του ρόλου του σχουλείου κι κατουχείρουσ’ του μιλλιτικού ιπαγγέλματος.
Σ’ αυτήν τ’ φουτουγραφία του 1965 είνι μουναχός τ’ ου Γιώρ’ς ου Πατσώνας, κι μας δείχν’ τ’ν ιπέκτασ’ που έκαμαν κι του τράνιμα τ’ς «Νταμπέλλας». Παράμεινιν κ’ λειτούργισιν, έτσ’ όλα τα χρόνια μέχρι που έκλεισι.
Έχουμι χρέους όμους, έστου κι μιτά απού 67 χρόνια (2016-1948) που πέρασαν να δώσουμι συγχαρητήρια στους τρεις προτιργάτις τ’ς ιπιχείρησ’ «Γ. Κ. ΠΑΤΣΩΝΑΣ κ’ ΣΙΑ Ο.Ε.», για την 34ετή, κοινή κι συνεχή ιπαλλιγματική τους πουρεία που είχαν, αλλά κι όλ’νους που ιργάσ’καν ιτότι στου Ιστιατόριου, για του κοινουνικό έργο που πρόσφιραν τόσου στους υπαλλήλους, αλλά γιατί όχ’ κι στ’ ίδια τ’ πόλη μας σ’ν ΚΟΥΖΑΝ’.
Στου δεύτιρου μέρους τ’ αναφιρθούμι στ’ν ιστουρία του κάθι μέλους τ’ς ιπιχείρησης, πιριγράφουντας μι μια «ΛΕΞ» την δραστηριότητά τους χουριστά, στουν ιπαγγιλματικό κι κοινουνικό τουμέα.
Σάκης Παγκαρλιώτας
Απ’ τα Κατσ’κάθ’κα
Συνεχίζεται